ἀλώπεκες

ἀλώπεκες
ἀλώπηξ
fox
masc/fem nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Οικοι μὲν λέοντες, ἐν μάχῃ δ’ἀλώπεκες. — См. Перед сильными мы зайцы, Перед слабыми слоны …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • 'λώπεκες — ἀλώπεκες , ἀλώπηξ fox masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Перед сильными мы зайцы, Перед слабыми — слоны — Передъ сильными мы зайцы, Передъ слабыми слоны (иноск.) о трусахъ съ сильными и о нахалахъ съ слабыми. Ср. „Чайный цвѣтокъ“. Оперетка. Ср. In pace leones, in proelio cervi. Пер. Во время мира львы, на войнѣ олени. Tertull. Coron. Mil. 1. Ср. Domi …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • VULPES — I. VULPES Varroni quasi volipes, melius ex Graeco ἀλώπηξ, quod παρὰ τὸ ἀλᾷν τὸν ὦπα quia per ambages et gyros cursitando fallit quasi oculos, adeoque, ut ait Philosophus, Histor. animal. l. 1. c. 1. animal est πανοῦργον καὶ κακοῦργον. Unde ἀλιτρὴ …   Hofmann J. Lexicon universale

  • αλώπηξ — (Αστρον.). Αστερισμός που αποτελείται από πολλούς αμυδρούς αστέρες. Ο αστερισμός αυτός βρίσκεται ανάμεσα στους αστερισμούς Βέλος και Κύκνος. Από τους αστέρες του ο 8ος, που βρίσκεται στα νότια του Β του Κύκνου, είναι διπλός και αποτελείται από… …   Dictionary of Greek

  • λέων — I Όνομα λογίων της βυζαντινής περιόδου. 1. Λόγιος και κληρικός (9ος αι.). Σοφός δάσκαλος με ευρεία εγκυκλοπαιδική μόρφωση και σκέψη, άκμασε την εποχή κατά την οποία στο Βυζάντιο σημειώθηκε μια αξιόλογη πνευματική άνθηση επί Θεοφίλου και Μιχαήλ Γ’ …   Dictionary of Greek

  • φούαι — Α (κατά τον Ησύχ.) «ἀλώπεκες» …   Dictionary of Greek

  • φύλλες — Α (κατά τον Ησύχ.) «ἀλώπεκες» …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”